THE HERAKLION CITY SOCIETY




Πολλοί άνθρωποι βαριούνται που ζουν. Άλλοι μένουν μέσα και παίζουν παιχνίδια. Άλλοι ζωγραφίζουν. Άλλοι πιο  άτυχοι μπορεί να θέλουν  να κόψουν τις φλέβες τους και να μην μπορούν  γιατί έχει γύρω κόσμο. 


Σε αυτή τη κατηγορία πολλές φορές  έχει βρεθεί η παρέα μου και εγώ. Εμείς όμως ανεβάσαμε το επίπεδο. Αποφασίσαμε ότι αντί να κοιτάμε ο ένας τον άλλο και να λέμε όλη την ώρα βαριέμαι, ότι θα δημιουργήσουμε τέχνη. 

Βεβαίως! Μιλάμε για στοίχους με νοήματα. Μιλάμε για εσωτερικό πόνο και κρυφά μηνύματα. Μιλάμε για ανεκπλήρωτες αγάπες και πολύ βάθος ... 

Απολαύστε!

''ΣΤΑΤΙΣΤΙΚΗ ΚΟΛΑΣΗ''
Από το πύργο της Βαβέλ
έφυγα νύχτα με το ΚΤΕΛ.
Πέρασα θάλασσες, βουνά ξημέρωσα στα καπιλιά κοιμήθηκα στα χόρτα
και έτρωγα μπομπότα.  
Σε βρήκα δίπλα στο ρυάκι
μίλαγες με ένα ψαράκι.
Με κοίταξες σε κοίταξα και σου ριξα χαστούκι
μετά όμως κατάλαβα πως ήσουν ένα ντούκι. 
Φοβήθηκα και τρόμαξα, έκανα βήμα πίσω 
κρατούσα βλέπεις και καφέ (που δεν ήθελα)να χύσω.
Με κράτησες στα χέρια σου και μου ριξες χλαπάτσα
και τότε εγώ δεν άντεξα στην έριξα την μπάτσα.
Εκεί σε ερωτεύτηκα, τρελάθηκα μαζί σου 
τον ήλιο κοίταξα ψηλά και έφυγα μαζί σου. 

ΆΤΙΤΛΟ
Γύρισα από εδώ, γύρισα από εκεί
το όνομά σου φώναξα μα άκουσα σιωπή. 
Κοίταξα τα άστρα και μου παν πως με θες
μα αντάλλαξα τα άστρα με ματωμένες πληγές. 
Δεν ήθελα να ξέρεις, δεν ήθελες και εσύ 
μα είδες που πληγώθηκα χωρίς να ματωθείς.
Μου είπες πως μ'αγάπησες χωρίς πολλές κουβέντες
μια νύχτα σε ένα όνειρο που παίζαμε τους κλέφτες. 
Ταράχτηκα και ξύπνησα μες της βουής τη ζάλη
στράφηκα στο πλάι σου κενό είδα και πάλι. 
Σε έψαξα στον άνεμο δίχως να περιμένω κάτι 
και ρώτησα τα κύματα γιατί να λείπεις πάλι;
Τα κύματα όμως σώπασαν, δεν ήρθε τρικυμία
λείπεις εσύ αγάπη μου και με πιάνει μια ανία. 
Έφυγα από τη θάλασσα και πήγα στη Μαρία.
Μου άνοιξε και σώπασε χωρίς να πει κουβέντα, χτύπησε στη κεφαλή με έπιασε μια ζάλη
σωριάστηκα στο πάτωμα με είπε και τσογλάνι. 
Ήρθες και με σήκωσες να δεις αν είμαι εντάξει
και ύστερα γύρισες τη πλάτη σου χωρίς να βάλεις τάξη. 
Τα μάζεψα και έφυγα με κάτω το κεφάλι
ούτε ματιά δεν έριξες , με αγνόησες μανάρι. 
Και έτσι για να τελειώνουμε σου έδωσα τα πάντα
το αμάξι το καμπριολέ με την ωραία ζάντα. 
Σάγάπησα με πλήγωσες και είπα όμως φτάνει 
θα φύγω με τον Μάριο, θα πάω για σαφάρι. 

''ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΣΤΟ ΟΛΑ ΚΑΙ ΟΛΑ TEAM''

Περπατούσα χθες στο δρόμο εκεί κοντά στη παραλιακή
ξαφνικά το φίλο μου τον Γιάννη συνάντησα και μου' πε  '' ε ψιτ που είσαι εσύ;''
Μου' πε χάθηκες, του πα χάθηκες και εσύ 
και μου απάντησε ''να μωρέ κάτι εξετάσεις πήγα να κάνω στο ΠΕΠΑΓΝΗ.'' 
''Έλα ρε φίλε τι έπαθες;'' του είπα απορημένος
''Τίποτα ένα κρυωματάκι, είμαι μπουκωμένος.''
Όπως διάβαινα συνάντησα και το Κατερινάκι 
μου πε πως πάει στης Ιωάννας και της Ζωής να πιει ένα καφεδάκι.
Συνέχισα το δρόμο μου, πάτησα ένα πετραδάκι
στο πεζούλι παραπάτησα και ξάφνου να το Ειρηνάκι.
'' Ειρήνη μου τι κάνεις; Γιατί στέκεσαι εκεί;''
'' Να μωρέ περιμένω τη Φάμπι να πάρει γατοτροφή.''
Το δρόμο πάω να περάσω με τρομάζει ένα μηχανάκι
παρκάρει δεξιά και ξάφνου ο Άλεξ με το Νικολάκι. 
'' Που πάτε ρε παίδες; Γιατί τόσο φορτσάτοι;''
'' Είναι που αργήσαμε για το καφεδάκι.''
Φτάνω στη Καλοκαιρινού και συναντάω ένα τυπάκι.
Ρε συ χορευταράς φαινότανε, ωχ το Γλυκοκοκαλάκι. 
'' Τι κάνεις ρε ψηλέ, γιατί κατσουφιασμένος;''
'' Άσε με φίλε μου και είμαι κουρασμένος.''
Πιο κάτω σκάει μύτη ο Τούφας με ένα πακετάκι
είπε να στα κορίτσια ένα γλυκάκι. 
Τελικά στο σπίτι όλοι μαζευτήκανε και παίζουνε τιτσάκι 
η Ιωάννα βαρέθηκε και είπε να βάψει το νυχάκι.
Σιγά - σιγά η ώρα πέρασε το διαλύσαν το παρτάκι
και ο καθένας κατεργάρης πήγε στο δικό του το παγκάκι. 

'' Η ΠΑΣΤΡΙΚΙΑ''
Η αγάπη μου για σένα 
είναι σαν νερό στη στέρνα.
Ρέει άφθονη από μέσα 
είναι για σένα ρε μπαμπέσα.
Είναι τόσο δυνατή 
 νόστιμη και τραγανή.
Μες στα μάτια σου κοιτώ και από μέσα μου απορώ
είναι τάχα αυτό αληθινό;
Θυμάμαι τότε μου είχες πει  πως ήθελες μια μηχανή, να με πηγαίνεις βόλτες
και να με ζηλεύουν όλες.
Η επιθυμία σου αυτή
ήταν για μένα διαταγή.
Σου έδωσα επιταγή
μου έδωσες φιλί στο αυτί. 
Ήρθε η μέρα που την πήρες 
και χάρηκες μόλις την είδες.
Ανέβηκες στη σέλα και μου λεγες ανέβα
όλο χαρά και τρέλα. 
Σκαρφάλωσα στο πατιτούρι
γιατί είμαι και πολύ καγκούρι.
Μας είδε η Πίτσα στη γωνιά
και μου πε '' Με αυτή τη παστρικιά;''

''ΧΑΡΗΣ''
Χάρη είσαι παιδί εντάξει 
και στο τίτσου βάζεις τάξη.
Καθόμουνα και διάβαζα για τη Καλαιτζάκη
και είδα μες στο inbox μου ένα μηνυματάκι.
Το άνοιξα, το διάβασα έριξα ένα γελάκι
παράτησα τη κλινική και έπαιξα τιτσάκι. 
Περάσαμε πολλά μαζί, μου έδωσες το δράκο
μου είπες '' βρες με κοπελιά, δώσε μου κάναν άσσο τη τύχη μου να πιάσω. ''
Κερδίσαμε με ένα - δυο μα κόπηκε το ρεύμα \
οι πόντοι δεν μετρήθηκαν και μου σπασαν τα νεύρα. 
Και pokemon και digimon θα έπαιζα για σένα 
αρκεί το μπράφ να βλέπαμε να φώναζες ΣΤΑ ΤΡΕΝΑ. 

''ΤΡΟΛΛ''
Μου έλεγες πως χάρηκες που μίλησες με μένα, το όνομα μου ξέχασες με φώναξες και Κίρκη 
ο Οδυσσέας έλειπε και έπεσε το μπρίκι.
Με τρόλλαρες και γέλαγα σαν καθυστεριμένο, ο έρωτας με χτύπησε
και ακόμα περιμένω.
Με κοίταγες και μου λεγες πως ήμουνα παγάκι, ο πάγος όμως έλιωσε και έμεινε η φλόγα
για να ζεσταίνει ακόμα.
Αποκριές εφτάσανε, οι μασκαράδες ήρθαν 
και ντύθηκες εσύ ταρζάν και εγώ μωρό μου τσίτα.
Στο Ρέθυμνο πηγαίναμε τρολλάραμε το κόσμο
μύτη με μύτη κάναμε μου πρόσφερες και δυόσμο.
Σε φίλησα και μου λεγες η σχέση αυτή δεν πάει
εσύ είσαι από το Διόνυσο και εγώ από Χαβάη. 
Πλατωνικός ο έρωτας που ζήσαμε Αλέξη 
σου εύχομαι από καρδιάς να μη σου κάτσει σχέση. 
Τα παραμύθια που πουλάς αλλού να μην τα δώσεις 
γιατί να ξέρεις μάτια μου πως θα το μετανιώσεις. 

''ΗΠΙΑΜΕ''
Στις δέκα μου έστειλες μήνυμα να πάμε για ρετσίνα
μα δεν το είδα μάτια μου έκανα και φασίνα. 
Σου είπα είσαι ''γρήγορη'', μου το κλεισες στη μούρη
λίγο έλειψε μάτια μου να πάθω τακαμούρι. 
Την εβδομάδα ολόκληρη βγαίναμε μόνο Τρίτη
να πάμε μου είπες και αλλού που μας καλούν τα πλήθη. 
Στην υγειά σου πίνω και το ποτήρι μου αδειάζει
που σε μάγκα να με δεις που έχει αρχίσει και χαράζει.
Χόρεψες στο μεθύσι σου όλα τα τραγούδια όλα
και εγώ σε χειροκρόταγα και φώναζα Ζωούλα δώστα όλα. 
Το μαγαζάκι έκλεινε πήγε τέσσερις η ώρα 
το Ειρηνάκι φώναζε και έλεγε '' Έλα ρε Κώστα! Ξεκόλλα.''
Πάλι κλείσαμε το μαγαζί και προχωράμε σπίτι
μαζί θα βγαίνουμε μαζί ας όψεται η κρίση. 
Ξημέρωσε Τετάρτη και άλλη μια μέρα πήγε στράφι!
Αχ πότε θα έρθει η Κυριακή να ψήσουμε και στο ΠΑΓΝΗ. 



Μιλάμε για πολύ ταλέντο. 

Στις: Ζωή, Κατερίνα και Ιωάννα ( όλοι οι άλλοι guest κάνατε )







Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου