Σήμερα το πρωί πήγα στη Τράπεζα. Έφτασα εκεί στις 10:20 γεμάτη αισιοδοξία ότι θα τελειώσω γρήγορα. Μέγα λάθος. Έπρεπε να είχα καταλάβει εξαρχής τι θα ακλουθούσε από όταν πήρα το νούμερό μου. Νούμερο 270.Νούμερο στο ταμείο 134.Τέλεια!
Έκατσα σε μια γωνιά μη μπορώντας να κάνω κάτι άλλο και παρατηρούσα τον κόσμο, και κάπου εδώ πρέπει να σημειώσω ότι το σήμα στη συγκεκριμένη τράπεζα είναι χάλια. Ούτε να πάρω τηλέφωνο ούτε καν μουσική δεν μπορούσα να ακούσω. Γύρω στις 10:40 ενώ είχα αρχίσει να εκνευρίζομαι με τα σπρωξίματα άρχισε μια νέα ιστορία.
Η ιστορία αυτή είναι η αγαπημένη όλων των ηλικιωμένων αυτής της πόλης και λέγεται: ΑΣ ΚΑΝΟΥΜΕ ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ. Πάει ως εξής: Ας πούμε ότι έχουμε φτάσει στον αριθμό 150. Η γιαγιά απέναντί μου όμως έχει βαρεθεί να περιμένει να έρθει η σειρά της και ψάχνει απεγνωσμένα κάποιον ή σε αυτή τη περίπτωση κάποια για να αποκτήσει ένα χαρτάκι με μικρότερο αριθμό από τον δικό της. Πρώτοι έχουν σειρά οι διπλανοί της. Συνήθως όμως κανένας στη Τράπεζα δεν είναι τόσο τυχερός ώστε να βρει στον πρώτο άνθρωπο η γιαγιά το πολυπόθητο χαρτάκι. Ο επόμενος είναι ο απέναντι και τέλος η υπόλοιπη Τράπεζα αφού ξαφνικά η γιαγιά θυμάται ότι μπορεί να φωνάξει. Όταν τελικά κάποιος της δώσει το χαρτάκι αφήνει το χαρτάκι πάνω στο μηχάνημα και έτσι από περιέργεια κοιτάς ποιο είναι τελικά το νούμερό της, τόση φασαρία έκανε. Νούμερο γιαγιάς: 145.Μάλιστα… Η ηρεμία θα επικρατήσει ξανά στο ονειρικό βασίλειο αλλά μην ξεγελιέστε, μόνο μέχρι την επόμενη γιαγιά.
Ώρα:10:50. Ξεκίνησε η επόμενη φάση που λέγεται: ΑΣ ΚΛΕΙΔΩΣΟΥΜΕ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ ΜΕΣΑ….ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ. Η χαρά του πελάτη για εμένα είναι πιστεύω το να πετύχει χρηματαποστολή την ώρα που θέλει να πάει στην Τράπεζα. Μπήκε ο τύπος με τον μεταλλικό του χαρτοφύλακα χαλαρά ,ήρεμα (πώς είχα μπει εγώ πριν ώρα; Αυτό) Έκανε ένα τέταρτο να τελειώσει με τις κοινωνικές του επαφές και άλλα πέντε για να κάνει τη δουλειά του. Σύνολο είκοσι λεπτά κλεισμένη με κόσμο που γκρίνιαζε και έσπρωχνε. Η δε δεύτερη φορά ήταν ακόμα καλύτερη. Είχε φυσικά χαλάσει το ΑΤΜ και όταν το έφτιαξαν μας ξανά κλείδωσαν μέσα (δεν 3έρω γιατί) και εκεί που στεκόμουν εμφανίζεται από το πουθενά μια γιαγιά που μου έφτανε στη κοιλιά. Φωνή δεν είχε αλλά καθόλη τη διάρκεια έλεγε «Δεν μπορώ να στέκω. Ανοίξτε» και οκ λογικό να το ακούς αλλά εγώ το άκουγα επί 5 λεπτά συνεχόμενα.
Κάπου εκεί η μια υπάλληλος καθώς άνοιγε τη πόρτα είπε :«Καλωσορίσατε στον Παράδεισο»
Χμμμμ χαχαχαχα; Δεν νομίζω.Και ερχόμαστε στο τελευταίο event της ημέρας. Λέγετε: ΚΑΘΟΜΑΙ ΚΑΙ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΩ. Ήταν πολύ παράξενο αυτό που παρατήρησα εκεί γύρω στις 12 παρά. Απέναντι από το μηχάνημα με τα χαρτάκια υπάρχουν καρέκλες. Από τη στιγμή που μπήκα στη Τράπεζα και βρήκα θέση σε ένα τοίχο παρατήρησα ότι οι ηλικιωμένοι που καθόντουσαν εκεί δεν σηκώθηκαν καθόλου. Κ Α Θ Ο Λ Ο Υ! Στις 12:10 που εδέησε ο Κύριος να φύγω από κει μέσα δεν σηκώθηκαν. Ούτε καν για να πάνε στο ταμείο.
Και αναρωτιέμαι εγώ τώρα. Τι δουλειά είχαν αυτά τα άτομα εκεί πέρα; Έχω μια θεωρία αλλά είναι λίγο παρατραβηγμένο και τολμώ να πω και λίγο κακό. Άστο μωρέ μην χαλάσω και την τέλεια μέρα που πέρασα στη Τράπεζα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου