ΤΟ ΤΕΛΟΣ


‘’Γέλιο. Από κάπου μακριά ακούγονται παιδιά. Έχουν αλλάξει τόσα από τότε. Τότε που ήμουν και εγώ ένα παιδί, που έπαιζα και χαμογελούσα χωρίς λόγο, έτσι γιατί απλά δεν είχα καμία έγνοια.
Χθες θυμήθηκα την μητέρα μου. Θυμήθηκα το πρόσωπο της και τον τρόπο που με φρόντιζε. Πόσο μου λείπει. Μου λείπουν τόσα πολλά πράγματα που εσύ ποτέ δεν έζησες και ποτέ δεν είχες. Μην έχεις αυταπάτες, ποτέ δεν θα έχεις. Πρέπει να καταλάβεις κάτι. Η ζωή είναι κύκλος. Ερχόμαστε σαν επισκέπτες που φεύγουν σαν έρθει η ώρα τους. Γεννιόμαστε, μεγαλώνουμε, ζούμε όσα περισσότερα μπορούμε και μετά φεύγουμε. Έτσι είναι το φυσικό. Εσύ όμως είσαι εγωιστής. Δεν καταλαβαίνεις τον χρόνο που περνάει και τις εποχές που εναλλάσσονται. Τα θέλεις όλα δικά σου. Παίρνεις τους ανθρώπους αργά ή γρήγορα. Όλοι σε φοβούνται και κανένας δεν επιθυμεί να σε δει. Με ποια λοιπόν δικαιολογία με έφερες σε αυτή την άσχημη κατάσταση; Μίλα μου.’’

‘’Όταν σε είδα για πρώτη φορά ήσουν το πολύ πέντε χρονών. Πανέμορφη από τότε. Είχα έρθει για να σε πάρω αλλά δεν μπόρεσα. Με κοίταζες με τα μεγάλα σου μπλε μάτια και έκλαιγες. Κοίταζες έμενα. Κάνεις πριν δεν το είχε καταφέρει. Αποφάσισα να αφήσω να ζήσεις όμως εσύ έπαιζες με τη φωτιά και ξανά βρεθήκαμε στα είκοσι σου. Είχες γίνει ακόμα πιο όμορφη. Μου μίλησες .Με ικέτεψες να μην σε πάρω μαζί μου. Η φωνή σου με σκλάβωσε και δεν σου αρνήθηκα αυτή σου την επιθυμία. Κρυφά όμως σου χάρισα κάτι παραπάνω από την ζωή σου. Σου χάρισα την αθανασία. Με αποκάλεσες εγωιστή και ίσως να έχεις δίκιο. Σε ερωτεύτηκα. Αστείο αν σκεφτεί κανείς ποιος είμαι. Χρόνια αργότερα όταν κατάλαβες επιτέλους τι είχε γίνει με κάλεσες και με ρώτησες το γιατί, εγώ σου είπα και εσύ έκλαψες. Θυμάσαι; ‘’

‘’Φυσικά και θυμάμαι. Από τότε έζησα μαζί σου. Σε αγάπησα πραγματικά και ξέχασα ποια ήμουν και ξέχασα τα όνειρα και τις επιθυμίες μου. Με αγαπούσες όμως από μακριά. Δεν με άφηνες να σε αγγίξω. Κάθε μέρα που περνούσε η απορία μου μεγάλωνε ώσπου σε ρώτησα. Εσύ τότε μου έδειξες ένα κομμάτι του εαυτού σου που δεν είχα δει ως τότε. Εκνευρίστηκες με την ερώτηση, τα πάντα γύρω μας άρχισαν να τρέμουν και όταν είδες τον τρόμο στα μάτια μου ηρέμισες.’’

‘’Δεν ήθελα να ξέρεις. ‘’

‘’Το ξέρω.’’

‘’Σου είπα όμως παρόλα αυτά. Μπορούσες να με δεις και να μου μιλάς αλλά αν με αγγίξεις θα φύγεις. Δεν θα μπορέσω να συνεχίσω χωρίς εσένα και τώρα ύστερα από τόσους αιώνες μαζί επιθυμείς να φύγεις. Η απάντηση στην αρχική σου ερώτηση ήταν η αγάπη μου για σένα. Εσύ τι απάντηση έχεις στην δική μου; Γιατί θες να φύγεις;’’

‘’ Γιατί έχασα τόσα πολλά ζώντας τόσα χρόνια. Έχασα την οικογένειά μου, τους φίλους μου, τον εαυτό μου. Δεν ζω ουσιαστικά. Δεν μορφώθηκα, δεν δούλεψα και δεν έκανα δική μου οικογένεια. Ναι γύρισα όλο τον κόσμο και ναι είχα εσένα αλλά πάντα κάτι έλλειπε και απλά δεν έδινα σημασία στα σημάδια. Ως εδώ. Φτάνει.’’

‘’Όχι. Δεν θα το επιτρέψω. Δεν είναι στο χέρι σου. Είμαι ο Θάνατος και εγώ αποφασίζω για την μοίρα όλων των ανθρώπων και εσύ θα μείνεις εδώ. Μαζί μου.’’
Τότε του χαμογέλασε και άρχισε να τον πλησιάζει. Εκείνος τρομοκρατήθηκε για πρώτη φορά και από τη ταραχή του δεν κατάφερε να κουνηθεί. ‘’Αντίο’’ του είπε και με ένα φιλί τον αποχαιρέτησε για πάντα.




Η μπλέ Ρωσσίδα


Εντάξει. Ενταααξει!!!

Έβλεπα τόσο καιρό αυτήν εδώ να γράφει και να γράφει σε αυτό το πράγμα με τις εικόνες και δεν είχα καταλάβει όλες του τις δυνατότητες. Καλά, ένα screenshot, ένα delete τα έκανα. αλλά αυτό είναι  τέλειο. Μπορώ να γράφω για τη ζωή μου και να σας το δείχνω. 

Με λένε Luna( η μάνα μου το σκέφτηκε .μεγάλη επιτυχία στην πρωτοτυπία αυτή η κοπέλα) και είμαι γάτα ( προφανώς !σιγά μη μπορούσε ένας σκύλος να μάθει να γράφει στο κουτί). 
Εγώ κοιμόμουν ήσυχα και ωραία στο δρόμο στη γωνιά μου και ξαφνικά ακούω μια τσιρίδα και δυο χέρια με σηκώσανε. Αν δεν μου άρεσε η ζέστη της αγκαλιάς θα της είχα ρήξει καμία αλλά έχε χάρη που μου κανε και τη κοιλίτσα μου. Μείναμε πολύ ώρα εκεί θυμάμαι γιατί αυτοί που με σηκώσανε μαλώνανε για το αν θα με πάρουν ( ο μπαμπας το έπαιζε και δυσκολος και τώρα μου χει αδυναμία).
Φυσικά και με πήραν μαζί τους. και αρχίζει το βασσανό  μουυυυ..

Με κάνανε μπάνιο γιατί λεεί ήμουν βρώμικη. Με πήγαν σε εναν κύριο που με τσιμπούσε με μια βελόνα και μου έβαζε θερμόμετρο στο ποπό μου. Και όχι μόνο αυτό με ζύγιζε κιολας. Λες και δεν ξέρει οτι δεν ζυγίζουμε μια κυρία μπροστά σε τόσο κόσμο. Είναι αγενές.Και με είπε και κοινή Ευρωπαϊκή.Blue Russian με λεει η μαμα αυτό λέω και εγώ στις φίλες μου που ζουν απέναντι ( σκυλια είναι το πιστεύουν).

Με φέρανε και σπίτι. Ε και; Λες και εκτιμούν τις διακοσμητικές μου προτιμήσεις. Βάζουν ας πούμε ένα ποτήρι με νερό στο τραπέζι( όχι δεν το σπάω,δεν είμαι τοσο προβλέψιμη) ε και πάω και το πίνω. Πάλι τσιρίδες αυτή. Τσιρίδες και ο άλλος ε  και εγώ τους βαριέμαι και πάω στη γειτόνισσα για βόλτα να ηρεμίσουν. Εντομεταξύ θα πουντιάσουμε εδω μέσα. Κάθε φορα που βγαίνω απο τη τουαλέτα μου τρέχουν προς όλες τις μεριές και ανοίγουν  τα παράθυρα. 

Το τερματίσανε όταν μου φέρανε τον αδερφό μου σπίτι. Καλά. Ένα πράμα με φτερά. Παπαγάλος λεει είναι. Τσίφτη τον φωνάζουν . Όλο τσιρ τσιρ τσιρ αυτο το παιδί και άμα του απαντήσω μου λένε οτι έχουμε δημοκρατία σε αυτο το σπίτι και να τον αφήσω να μιλάει. Καμία λογική!Εγώ πάντως είμαι φιλική. Πάω και του κάνω παρέα έξω . Προσπαθώ να τον φτάσω για να τον ακούω καλύτερα αλλά με κάτεβάζουν απο το τραπέζι φωνάζοντας. Κουφή θα καταντήσω εδω μέσα. 

Αυτά τα λίγα για αρχή! Πάω να ξαπλώσω γιατί ήταν πολύ κουραστική μέρα σήμερα. Κινυγούσα τη μαμά πάνω κάτω. 


( Καλά πολύ κουκλί είμαι.Φτου μου!)





Όνειρα, πουλιά μου ταξιδιάρικα!


Ξύπνησα και ήμουν πολύ μπερδεμένη. Τι σκατά είδα πάλι;

Ζούσαμε λέει σε  ένα ανδροκρατούμενο κόσμο. Οι γυναίκες δεν είχαν δικαίωμα επιλογής. Οι άντρες μπορούσαν να περπατάνε ελεύθεροι αλλά οι γυναίκες ήταν είδος προς κυνήγι κυριολεκτικά. Λίγες εξαιρέσεις αντρών υπήρχαν που βοηθούσαν κάποιες γυναίκες να κρυφτούν κάτω από τη γη σαν τυφλοπόντικες για να μην τις βρουν και τις πάρουν για δουλεμπόριο.

Μένανε σε κάτι άδεια δωμάτια πολλές γυναίκες μαζί με μωρά και μικρά κοριτσάκια. Μπορούσαν να κυκλοφορούν μόνο συγκεκριμένες ώρες και όχι εκτός υπογείου με το φόβο μη τις δουν. Οι άντρες φρόντιζαν να έχουν φαγητό και νερό και είδη υγιεινής . μερικοί από αυτούς ήταν συγγενείς των γυναικών ή και τελείως άσχετοι που πίστευαν ότι χρειαζόταν μια αλλαγή στη κοινωνία.
Μια μέρα δέχτηκαν επίθεση. Μάζεψαν όλες τις γυναίκες και φυλάκισαν τους άντρες. Τις πήγαν σε ένα μεγάλο κτίσμα και ενώ νόμιζαν ότι θα τις σκοτώσουν τις έκαναν μπάνιο και τους έδωσαν ωραία ρούχα. Τις βοήθησαν άλλες γυναίκες και ετοιμάστηκαν λες και ήταν θεότητες. Τις οδήγησαν έξω στο κήπο και εκεί τις έβαλαν να κάτσουν στο κέντρο και ένα φως τις τύφλωσε. Τριγύρω τους άντρες με κουστούμια καθόντουσαν σε τραπέζια . μουσική άρχισε να παίζει και ξαφνικά από το πουθενά δαχτυλίδια ξεκίνησαν να πετάνε τριγύρω τους. Οι γυναίκες δεν καταλάβαιναν τι γινόταν αλλά σιγά- σιγά  ξεκίνησαν να μαγεύονται από το χρυσό και τις πέτρες. Μια κοπέλα ήταν δεν ήταν 20 πλησίασε ένα χρυσό δαχτυλίδι με μια κόκκινη πέτρα και το φόρεσε. Σηκώθηκε τότε ένα χοντρός κουστουμάτος με πούρο και έκανε νόημα να την φέρουν στο δωμάτιό του. Μια – μια διάλεγαν και αυτές δαχτυλίδι και έτσι διάλεγαν στη τύχη την μοίρα τους. Κάθε δαχτυλίδι ήταν και μια πρόσκληση .
Κανένα δικαίωμα επιλογής κανένα δικαίωμα αλλαγής. Του ανήκες για πάντα. Τα μωρά τα φρόντιζαν μέχρι να μεγαλώσουν και να περάσουν και αυτά τη δοκιμασία της επιλογής.

Ήμουν και εγώ λέει ένα τέτοιο κορίτσι. Ευτυχώς δεν είδα που κατέληξα. Με ξύπνησε η γάτα μου.
Βασικά με ενόχλησε πολύ αυτό το όνειρο.  Γιατί μπορεί  το όνειρο να ήταν υπερβολικό σαν κατάσταση αλλά ουσιαστικά συμβαίνουν αυτά. Όχι με αυτό το τρόπο αλλά πολλές χώρες έχουν ακόμα αφαιρέσει τα δικαιώματα των γυναικών και όσες χώρες υποτίθεται έχουν δώσει δικαιώματα έχουν εξαιρέσεις αντρών που τα καταπατούν .

Τώρα θα μου πείτε τι μας τα λες αυτά καλή μου κοπέλα. Ε και εγώ θα σας πω ότι είχα να γράψω καιρό και ήθελα να μοιραστώ κάτι.


Σκόρπιες σκέψεις για σένα.

Ήρθες σπίτι μετά από καιρό. Το κοίταζες λες και ήταν η πρώτη φορά.

Επεξεργάστηκες λίγο τα βιβλία που είχα στο τραπέζι και έκανες ένα σχόλιο ότι έχει αλλάξει το γούστο μου. Σε κοίταξα με ύφος δεν βαριέσαι έτσι είναι οι άνθρωποι.Εμένα άλλαξε το γούστο μου στα βιβλία εσύ άλλαξες ολόκληρος.

Σου έφερα καφέ χωρίς να μου ζητήσεις. Έτσι όπως τον έπινες παλιά .Όπως θυμόμουν. Μέχρι να φύγεις δεν τον άγγιξες. Έπρεπε να είχα ανοίξει τη ρετσίνα.
Έκαστες στο καναπέ και έβγαλες τσιγάρα. Μα καλά εσύ δεν έκανες βιομηχανικά. Αναπτήρας.Πάνε και τα σπίρτα δηλαδή.

Με ρώτησες τι κάνω και πώς περνάω τον τελευταίο χρόνο που έφυγες. Εσύ δεν είδες το ψεύτικο χαμόγελο΄Δεν κατάλαβες τα ψεύτικα λόγια. Τίποτα δεν κατάλαβες. Παλιά θα άρχιζα να σου λέω μαλακίες  θα με κοίταζες και θα μου λεγες να σκάσω. Τώρα απλά είπες ένα αόριστο χαίρομαι για σένα μικρή. Χέσου που πετάς επίθετα που κάποτε με έκαναν να λιώνω.
Ήρθα λίγο πιο κοντά και  σηκώθηκες. Μου γύρισες τη πλάτη και σχολίασες το πίνακα που είχα στο τοίχο. Εσύ μου τον είχες  χαρίσει μετά από μια βόλτα μας στην Αθήνα. Γέλασες που τον είχα ακόμα και μου είπες δεν πάει με τον χώρο. Αναστέναξα και το άφησα να περάσει.
Όλη την ώρα το τηλέφωνο α χτυπάει και να γελάς. Ποιος σε κάνει να γελάς πλέον; και με τι; Δεν θα μάθω νομίζω.

Πήγα να κάνω κουβέντα για το παρελθόν και ενοχλήθηκες. Γιατί; Εμένα τα χρόνια εκείνα ήταν ότι πιο βαθύ έχω. Συναισθήματα και εμπειρίες. Βαθιά κλειδωμένα. Δεν το συνέχισα γιατί σε είδα να κοιτάζεις το ρολόι σου και δεν ήθελα να φύγεις.
Έκατσες στον υπολογιστή και έβαλες μουσική.Όχι! Όχι αυτό το τραγούδι. Επίτηδες το έκανες είμαι σίγουρη.

Ήθελες και έφυγες τότε μου λες και το ξέρω και μόνη μου. Σου πέρασε εύκολα. Φεύγοντας όμως πήρες ένα κομμάτι μου και ακόμα κενό είναι. Καλά κρυμμένο αλλά κενό.
Πάλι δεν θα πω  αυτά που θέλω. Και δεν θα έχω άλλη ευκαιρία. Το βλέπω. όλα πάνω σου το φωνάζουν.

Εδώ όμως δεν είναι Σουηδία. Βαλκάνια. Ελλάδα.
Μου χρωστάς πολλά σου λέω εν τέλη και με κοιτάς σαν να σ ου είπα κάτι τραγικό. Ότι ήταν να δώσω τα έδωσα.  Ούτε συγνώμη ούτε τίποτα και αν είναι να ξανά πούμε τα ίδια καλύτερα να φύγω.
Τελικά δεν άλλαξες τόσο. Στα δύσκολα είσαι ήδη παρελθόν.
Κάπου εκεί αρχίζω να φωνάζω. Υστερικά. Γαμώτο και είχα πει ποτέ ξανά.  Πάλι τα ίδια.
Φύγε ναι!

Βάζεις μπουφάν και μαζεύεις κινητό και τσιγάρα. Σταματάω και σε κοιτάζω μια τελευταία φορά.
Ξεκρεμάω το πίνακα και στον δίνω.  Καλά Χριστούγεννα σου λέω και ανοίγω τη πόρτα.
Δεν σε ξανά είδα από τότε. Δεν πειράζει. Τουλάχιστον εγώ θα θυμάμαι τα πάντα, δεν θα έχω διαγράψει από τη μνήμη μου τόση ιστορία. Και θα είμαι καλά με εμένα.

Επιτέλους ήρεμη!


Καληνύχτα κοριτσάκι!

ΟΚ! Η μέρα ξεκινάει στις 4 το απόγευμα. Ξυπνάς με το κινητό που έχει πάρει φωτιά. Από μήνυμα σε κλήση. Σκουπίζεις το σάλιο σου ( μπιχλιάρα ύπαρξη ) που έχει τρέξει από το στόμα στο μαξιλάρι. Σηκώνεσαι και φοράς κάλτσες. Ναι αυτό σε μάρανε. Όχι ότι έχεις κοιμηθεί μόνο με τα εσώρουχα πάλι.

ONE TWO THREE GO!


Είναι τόσο τραγικό να χαλάει η ιδέα που έχεις για ένα άτομο ( ή και περισσότερα ) ή πρέπει επιτέλους να βλέπουμε ως έχουν τα πρόσωπα που έχουμε γύρω μας και να μην φτιάχνουμε δικά μας σενάρια στο μυαλό μας. Οι φίλοι μας είναι πάντα εκεί, μας ακούν. Η οικογένειά μας είναι δεμένη. Τα προσωπικά και τα επαγγελματικά πάνε καλά κανένα πρόβλημα.
Μπλα μπλα μπλα.

THE HERAKLION CITY SOCIETY




Πολλοί άνθρωποι βαριούνται που ζουν. Άλλοι μένουν μέσα και παίζουν παιχνίδια. Άλλοι ζωγραφίζουν. Άλλοι πιο  άτυχοι μπορεί να θέλουν  να κόψουν τις φλέβες τους και να μην μπορούν  γιατί έχει γύρω κόσμο. 

Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΞΟΔΟΣ

Στη γειτονία σας  γκρεμίστηκαν φούρνοι; Θέλετε να βρείτε για ποιο λόγο έγινε ο σεισμός στη Κρήτη και είχε τόσους μετασεισμούς;  Το σαββατοκύριακο που πέρασε σας φάνηκε παράξενο; Εγώ έχω την απάντηση. Βγήκε έξω η φίλη μου η Κατερίνα.

ΛΙΓΗ ΠΡΩΙΝΗ ΚΑΤΑΘΛΙΨΗ


Τι γράφει άραγε κάποιος όταν στερεύει η φαντασία του; Μέρες τώρα αναρωτιέμαι που είναι οι ιδέες που κάποτε ξεχείλιζαν... Δεν μπορώ να γράψω μία λέξη και μπορεί να κάνω και μήνα να γράψω κάτι καινούργιο. Θέλω να γράψω και βιβλίο τρομάρα μου!

ΠΑΛΙΆ ΈΛΕΓΑΝ...




Παλιά έλεγαν ότι γεννιόντουσαν άτομα με ξεχωριστά ταλέντα. Ιδικά σε μία συγκεκριμένη περιοχή όλα τα παιδιά ήταν γεμάτα ζωντάνια και σαν κάποιος να τα είχε ευλογήσει διέπρεπαν με οτιδήποτε και να καταπιάνονταν. Σε μια οικογένεια αρκετά εύπορη γεννήθηκαν τέσσερα παιδιά. Δύο αγόρια και δύο κορίτσια. 

Η HΜΕΡΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΣΚΟΤΩΣΑ ΚΑΝΕΝΑ

Έχω μια φίλη η οποία δουλεύει σε Ιντερνετ καφέ. Αυτή η φίλη λοιπόν θέλει παρέα στη βάρδιά της και καταλήγουμε ( συνήθως) ένα μάτσο άνθρωποι να  πίνουμε καφέ εκεί. Αν δούμε ζόρια βοηθάμε και λίγο αλλά κυρίως ρεμπελεύουμε. 


CHOOSE 
 Μόλις τελείωσα μια ταινία που λέγεται CHOOSE. Η ταινία δεν έλεγε πολλά. Κλασσική αμερικάνικη ιστορία τρόμου με ξανθιά πρωταγωνίστρια και περίεργο τέλος.